Την εποχή του Χαλκού διαδέχεται η εποχή του Σιδήρου (1η χιλιετία π.Χ.). Οι τρεις πρώτοι αιώνες ανήκουν στη λεγόμενη γεωμετρική εποχή, η οποία συνδέεται με μεγάλες ανακατατάξεις στον ελληνικό χώρο, την ανάγκη δημιουργίας πανελλήνιας εθνικής συνείδησης, την ευρεία χρήση του σιδήρου για τον πολεμικό και τον τεχνικό εξοπλισμό και τη διάδοση της καύσης των νεκρών. Στην Κρήτη καταφθάνουν οι Δωριείς, ένα νέο ελληνικό φύλο που συμβάλλει στην πλήρη αποδυνάμωση της ντόπιας πολιτικής δύναμης. Τα έθιμα και οι θεσμοί τους αποτέλεσαν τον πυρήνα της κοινωνικής δομής της κλασικής Κρήτης. Προς το τέλος της περιόδου ιδρύονται οι πόλεις-κράτη ανεξάρτητες μεταξύ τους, με ιδιαιτερότητα στη δομή και τη λειτουργία τους σε σχέση με τις δωρικές πόλεις της υπόλοιπης Ελλάδας. Οι περισσότερες από αυτές εγκαθιδρύονται σε χώρους ήδη επιλεγμένους από τους Μινωίτες. Ειδικά στο νομό Χανίων οι γνώσεις μας για τη γεωμετρική περίοδο είναι λίγες. Ως παλαιότερο εύρημα θεωρείται ψευδόστομος αμφορίσκος του 10ου αι. π.Χ., τυχαίο εύρημα από την πόλη των Χανίων. Τα περισσότερα στοιχεία προέρχονται από νεκροταφεία. Οι παλαιότερες ταφές ανήκουν στα τέλη του 10ου και τις αρχές του 9ου αι. π.Χ. και βρέθηκαν κοντά στο χωριό Μόδι Κυ δωνιάς και στην περιοχή Πελεκαπίνα των Χανίων. Οι τάφοι είναι θαλαμωτοί παράδοση που συνεχίζεται από τη μινωική εποχή-, ορθογώνια σκάμματα και μεμονωμένες ταφές σε πίθους. Το πιο πολύτιμο κτέρισμα είναι δύο χρυσά δισκάρια από την Πελεκαπίνα. Στον 8ο αι. π.Χ. χρονολογούνται οι θαλαμωτοί τάφοι στο Γαβαλομούρι και στις Βουβές καθώς και στο Καβούσι Κισάμου, που βρίσκεται στην περιοχή της Φαλάσαρνας. Οι ταφές τους είναι στην πλειονότητα καύσεις, χωρίς να απουσιάζουν και οι απλοί ενταφιασμοί και συνοδεύονται από μεγάλο αριθμό αγγείων ως κτερίσματα. Ορισμένα από αυτά έχουν κοινά διακοσμητικά θέματα με την ανατολική Ελλάδα, ενώ άλλα παρουσιάζουν μορφολογικές ομοιότητες με την κεραμική της βορειοδυτικής Ελλάδας. Γενικά χαρακτηρίζο νται από συντηρητικό επαρχιακό πνεύμα και από ορισμένα τυπολογικά στοιχεία που μπορούν να θεωρηθούν ως μινωικές επιβιώσεις. Λίγες είναι οι εισαγωγές και φτωχικά τα υπόλοιπα κτερίσματα, που περιορίζονται σε πήλινες χάντρες, σιδερένια όπλα και εργαλεία, σιδερένιες πόρπες και ελάχιστα πήλινα ειδώλια.
Δύο θαλαμωτοί τάφοι του 8ου αι. π.Χ. ανασκάφηκαν μέσα στο χωριό Άστρικας Κισάμου το 1993. Ο ένας υποδείχθηκε από μαθητή του χωριού και βρέθηκε ασύλητος. Πρόκειται για τον πλουσιότερο έως τώρα γεωμετρικό τάφο στο νομό. Περιείχε χάλκινο λέβητα, χρυσό δακτυλίδι μέσα σε δακτύλιο από ορεία κρύσταλλο, δύο χρυσούς σφηκωτήρες για τα μαλλιά, χάλκινες πόρπες και περόνες, πολλά πήλινα αγγεία, ορισμένα από τα οποία έχουν ένθετη διακόσμηση από ανθρώπινες μορφές και πτηνά, πυραμιδοειδή υφαντικά βάρη και ασβεστολιθική επιτύμβια στήλη με εγχάρακτη διακόσμηση.
Στη μετάβαση από τον 8ο στον 7ο αι. π.Χ. χρονολογούνται ταφές σε πίθους από το δυτικό νεκροταφείο της Απτέρας (μινωική Απτάρα) και από το ανατολικό νεκροταφείο της πόλης των Χανίων (καθώς και αποθέσεις μικρών αγγείων στις Βουβές, τις Βρύσες Κυδωνιάς και την Πελεκαπίνα). Χαρακτηριστική είναι η ταφή μικρού παιδιού στα Χανιά που είχε χάλκινους κρίκους σε όλα τα δάκτυλα των χεριών του. Στον 8ο αι. π.Χ. ανήκουν και τα παλαιότερα ίχνη οικισμών της 1ης χιλιετίας στο νομό. Στο λόφο Καστέλλι Χανίων, παρά το πλήθος της υστερογεω μετρικής κεραμικής, η οποία προέρχεται κυρίως από λάκκους απορριμμάτων, ελάχιστα είναι τα αρχιτεκτονικά λείψανα που μπορούν να συνδεθούν μαζί της. Ανάμεσα στα όστρακα αναγνωρίζονται εισαγωγές από την Αττική, την Κόρινθο, το Άργος, την Εύβοια, την Πάρο και την ανατολική Μεσόγειο, γεγονός που υποδηλώνει ανάκαμψη της οικονομίας και νέα εμπορική ανάπτυξη της πόλης. Στην ίδια εποχή τοποθετείται και ένα σημαντικό γλυπτό που εκτίθεται στο Μουσείο Χανίων ανήκει σε ζωφόρο κτιρί ου και εικονίζει πρόσοψη ναού με ξόανο θεάς στο εσωτερικό του, πλαισιωμένο από τοξότες, οι οποίοι το προστατεύουν από επίθέση αρμάτων. Βρέθηκε το 1945 σε οικόπεδο στο κέντρο της πόλης, νότια του Δημαρχείου και το θέμα του είναι όμοιο με αυτό που παριστάνεται στη χάλκινη ζώνη από τη Φορτέτζα Ηρακλείου (8ος αι. π.Χ.).
Οι πρόσφατες έρευνες στο κέντρο της αρχαίας Απτέρας, στο υψίπεδο νότια του κόλπου της Σούδας, αποκάλυψαν υπολείμματα δαπέδων και θεμελίων τοίχων του 8ου και των αρχών του 7ου αι. π.Χ. και πιστοποιούν ότι η ισχυρή αυτή πόλη της Δυτικής Κρήτης ιδρύθηκε κατά τα υστερογεωμετρικά χρόνια, ίσως για τον καλύτερο έλεγχο του κόλπου. Η πόλη ήκμασε κατά τα ελληνιστικά και τα ρωμαϊκά χρόνια.
Στη γεωμετρική περίοδο κατοικείται και η περιοχή του Τράχηλα στα δυτικά του Καστελλιού Κισάμου καθώς και η Γαύδος, όπως συμπεραίνουμε από κεραμικά ευρήματα που εντοπίστηκαν στις θέσεις αυτές. Επίσης σε διάφορα σπήλαια του βόρειου τμήματος του νομού έχει βρεθεί κεραμική της γεωμετρικής περιόδου.
Συγγραφέας: Μαρία Βλαζάκη